Παρασκευή 1 Νοεμβρίου 2013

Αποτίμηση των κινητοποιήσεων στα πανεπιστήμια και της δράσης των ΕΑΑΚ - κείμενο συμβολής στο πανελλαδικό διήμερο


       Καθώς οδεύουμε προς την 9η εβδομάδα απεργίας των διοικητικών αλλά και κατάληψης της σχολής μας, νομίζουμε ότι είναι χρήσιμο αφού θέσουμε κάποιους άξονες για την γενικότερη κοινωνικο-πολιτική συγκυρία να κάνουμε μια αποτίμηση τόσο αυτών των κινητοποιήσεων όσο και των αντιφάσεων των ΕΑΑΚ στην πολιτική ανάλυση και πρακτική τους. Το ευρύτερο πλαίσιο μέσα στο οποίο ξέσπασαν οι απεργιακές κινητοποιήσεις των προηγούμενων εβδομάδων στην εκπαίδευση χαρακτηρίζεται με μια πρώτη ματιά από την κατάρρευση της προσπάθειας να «ντυθεί» η αστική στρατηγική υπέρβασης της κρίσης με τον θετικό μανδύα του success story αλλά και την κίνηση του αστικού συνασπισμού εξουσίας  να άρει παραδειγματικά την μονιμότητα στο δημόσιο (με τα ευρύτερα αποτελέσματα μιας τέτοιας κίνησης στην περαιτέρω απορρύθμιση των σχέσεων εργασίας) και να επανασταθεροποιήσει το κυβερνητικό κέντρο με τους χειρισμούς απέναντι στην Χ.Α. . Είναι γεγονός πως ανά περιόδους επανεμφανίζεται μια σχετική αστάθεια του κυβερνητικού κέντρου που σχετίζεται: με την αδυναμία προς το παρόν ανάδυσης ενός νέου μετανεοφιλελεύθερου καθεστώτος συσσώρευσης για την υπέρβαση της κρίσης τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς, με την αδυναμία συγκρότησης αστικής θετικής αφήγησης για την υπέρβαση της κρίσης για τα λαϊκά στρώματα και με τον ριζικό περιορισμό της κοινωνικής εκπροσώπησης  των αστικών κομμάτων λόγω της συμπίεσης ευρύτατων εργατικών και μικροαστικών στρωμάτων από τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις της περιόδου του μνημονίου.
       Ωστόσο το βασικό χαρακτηριστικό της περιόδου είναι η τάση διαρκούς σταθεροποίησης της αστικής στρατηγικής μέσω της δομικής μεταστροφής του ταξικού συσχετισμού δυνάμεων υπέρ των δυνάμεων του κεφαλαίου, διεργασία που εμπεδώνεται μέσα από την συνεχή επιβολή των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων τα τελευταία 3 χρόνια (που αποδιοργανώνει την ενότητα των λαϊκών στρωμάτων) και διαμέσου της απουσίας ενός κοινωνικο-πολιτικού μετώπου που θα έδινε προοπτική στον λαϊκό παράγοντα μέσω της πλατιάς αγωνιστικής συσπείρωσης στους χώρους δουλειάς και της κοινής δράσης της αριστεράς ενάντια στα εκάστοτε μέτρα, αλλά και μέσω μιας πολιτικής συμπόρευσης όλων εκείνων των δυνάμεων της αριστεράς που συμφωνούν χωρίς άλλα ιδεολογικά προαπαιτούμενα με την αναγκαιότητα του μεταβατικού προγράμματος για την άρθρωση μιας γραμμής υπεράσπισης των λαϊκών συμφερόντων..
Η χαμένη ευκαιρία του πανεκπαιδευτικού μετώπου-οι ευθύνες των ΕΑΑΚ
       Σε αυτό το γενικό πλαίσιο ξεκίνησαν οι πρώτες αντιδράσεις απέναντι στις διαθεσιμότητες στο δημόσιο, αντιδράσεις  που είχαν ως πυρήνα τους εκπαιδευτικούς της  δευτεροβάθμιας και τους διοικητικούς των πανεπιστημίων. Εκτιμάμε παρά τις αρχικές ενστάσεις συντρόφων-σχημάτων-αντιλήψεων ότι η αντανακλαστική σε πρώτη φάση πρακτική μας να θέσουμε στην πρώτη συνέλευση των διοικητικών του ΕΜΠ την κατεύθυνση για αγώνα διαρκείας και την αναγκαιότητα να διεξαχθεί περιφρουρημένη απεργία των διοικητικών(ώστε να σταματήσουν οι εξεταστικές) για να μπορέσουν να διεξαχθούν γενικές συνελεύσεις φοιτητών με κατεύθυνση για πολυήμερες καταλήψεις ήταν σωστή και υπήρξε καθοριστική για την σταθεροποίηση των κινητοποιήσεων. Αυτή η εκτίμηση βασίζεται στην ευεργετική αλληλεπίδραση που είχε η ανατροφοδότηση των φοιτητικών συλλόγων από το αγωνιστικό κλίμα των διοικητικών και από την ανάταση που υπήρξε στους διοικητικούς από το γεγονός ότι υπήρχαν κατειλημμένες σχολές που λειτουργούσαν ως «μαξιλάρι» απορρόφησης των πιέσεων του κοινωνικού αυτοματισμού.
Ωστόσο ήδη από την αρχή των κινητοποιήσεων τα ΕΑΑΚ στην πλειοψηφία τους δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν την κρισιμότητα και ιδιαιτερότητα της συγκυρίας τόσο αναφορικά με την κεντρικότητα του αγώνα των εκπαιδευτικών της δευτεροβάθμιας, όσο και με την δυνατότητα συγκρότησης πανεκπαιδευτικού μετώπου. Ως απόρροια αυτού δεν προσδιόρισαν σωστά τον πήχη των καθηκόντων τους αναφορικά με την αναγκαιότητα για πανελλαδική κατεύθυνση διεξαγωγής γενικών συνελεύσεων(χαρακτηριστική η ολική αδράνεια των ΕΑΑΚ σε Πάτρα, στη Θεσσαλονίκη με μερικές φωτεινές εξαιρέσεις, αλλά και σε σχολές της Αθήνας ακόμα και του ΕΚΠΑ), για ανάπτυξη μαζικών συγκρουσιακών πρακτικών στο δρόμο που θα κεντρικοποιούσαν την αντιπαράθεση, για πίεση και στις παρεμβάσεις για την αναγκαιότητα συντονισμού, για συστηματική παρέμβαση στα σχολεία που θα έδιναν άλλη αντοχή και ώθηση στο μέτωπο της εκπαίδευσης.
        Αυτές οι αδυναμίες χρήζουν πολιτικής ερμηνείας και το βασικό στοιχείο που τις διαπερνά στο σύνολό τους  είναι μια γραμμική αντίληψη για τις κινητοποιήσεις γενικά, δηλαδή η αδυναμία να γίνουν αντιληπτές οι χρονικές στιγμές που συμπυκνώνονται αντιθέσεις-αντιφάσεις και όροι προς αξιοποίηση από τα ΕΑΑΚ που μπορούν να έχουν χαρακτηριστικά τομής. Τέτοια α-συνέχεια ήταν η δυνατότητα που παρουσιάστηκε στα ΕΑΑΚ να συμβάλλουν τα μέγιστα στη συγκρότηση ενός πανεκπαιδευτικού μετώπου διευρύνοντας τις φοιτητικές κινητοποιήσεις μέσω της πολλαπλασιαστικής ισχύος του στοιχείου της ενότητας με άλλους κινητοποιούμενους κλάδους που παρήγαγε και το στοιχείο της έστω και αβέβαιης προοπτικής να τεθεί με υπαρκτούς όρους το αίτημα να πέσει η κυβέρνηση.  Σε χοντρές γραμμές θα μπορούσαμε να πούμε  πως αυτή η γραμμική αντίληψη είχε δύο όψεις:
       Από τη μία, την άκαμπτη (παρά τις ήττες της στο κίνημα) αντίληψη για την συνολική απάντηση απέναντι στην κίνηση του αντιπάλου και την διακήρυξη μιας πλατφόρμας γενικών διεκδικήσεων(πχ μόρφωση, δουλειά, δημοκρατία κλπ). Αυτή η μεθοδολογία «γενική επίθεση-γενική απάντηση» αναπόφευκτα καταλήγει να αντιμετωπίζει τις εκάστοτε κινητοποιήσεις σαν ένα «διαρκές κίνημα» που αρκεί να μπολιαστεί με αντικαπιταλισμό, παραγνωρίζει έτσι την αναγκαιότητα ανάδειξης των συγκεκριμένων υλικών αιχμών που κάνουν κατανοητή την επίθεση του αντιπάλου και το διακύβευμα για τον αμυνόμενο. Οι αδυναμίες της μεθοδολογίας της συνολικής απάντησης απέναντι στον καπιταλισμό, φάνηκαν στην αδυναμία ανάγνωσης της συγκυρίας και την συνεπακόλουθη αρχικά αντιφατική στάση σχημάτων στην ΦΜΣ αναφορικά με το αν θα ακολουθηθούν οξυμένες μορφές πάλης(πολυήμερες καταλήψεις) και στην μετέπειτα αδυναμία να διατηρηθούν κατειλημμένες αυτές οι σχολές.
        Από την άλλη, η στατική αντίληψη για το αναγκαίο πολιτικό «σχέδιο» που θα ζυμωθεί στον κόσμο για ένα επαρκές χρονικό διάστημα, θα διχάσει-μετατοπίσει τα αμφιθέατρα και θα συσσωρεύσει τους όρους για να δοθεί η προσδιορισμένη μάχη. Αυτή ίσως ήταν μια καλή μεθοδολογία στην υπόθεση εργασίας που η καπιταλιστική αναδιάρθρωση «περπατούσε» πάνω σε μία γραμμή χωρίς επιτάχυνση και φρεναρίσματα, χωρίς πολλές ελευθερίες κίνησης. Η πραγματικότητα της ταξικής πάλης όμως έχει την κακή συνήθεια να μην μαθηματικοποιείται σε «σχέδια», έτσι οι πρακτικές αποκρυσταλλώσεις αυτής της στατικής αντίληψης που έθεταν  τον Δεκέμβρη και τους εσωτερικούς κανονισμούς ως κεντρικό κόμβο (παραγνωρίζοντας την διαφορετική χρονικά ανά ίδρυμα ψήφιση) κατέληγαν να θεωρούν ως σπατάλη δυνάμεων-καυσίμων τις κινητοποιήσεις, να υποτιμούν τα αποτελέσματα συσπείρωσης ενός πανεκπαιδευτικού μετώπου και μιας κεντρική πολιτικής μάχης κυβέρνησης-εκπαιδευτικών στις εκάστοτε σχολές και να υπερτονίζουν τις δυσμενείς αντικειμενικές συνθήκες. Με αυτό τον τρόπο δεν γινόταν αντιληπτό ότι μέσα από αυτή την κινηματική διαδικασία γινόταν δυνατό να συγκροτηθούν συλλογικές πρακτικές και κινηματικά μπλοκ(και άρα όροι για μετά ) στη βάση εναντίωσης όχι απλά σε μια μνημονιακή επιταγή και μια χειροτέρευση των όρων λειτουργίας των ιδρυμάτων αλλά και στην ίδια την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση.
Οι απολύσεις των διοικητικών ως τομή και επιταχυντής της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης
       Τα παραπάνω αντικειμενικά κατέληξαν να οριοθετούν τη δυνατότητα των ΕΑΑΚ να υλοποιήσουν μια κινηματική κατεύθυνση. Η δυσανεξία ωστόσο του κόσμου των ΕΑΑΚ στην Αθήνα να συνεχίσει να «το παλεύει», η μικρή προσέλευση εαακιτών στις πορείες και σε ακτιβισμούς(αδιανόητη κάποιες φορές σε σχέση ακόμα και με τα στενά οργανωτικά μεγέθη των ΕΑΑΚ) σχετίζεται και με την απουσία συγκεκριμένης πολιτικής γραμμής για το πώς οι απολύσεις των διοικητικών θα δημιουργούσαν εύφορο έδαφος για την επιτάχυνση της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης. Τελικά και η απογοητευτική πολλές φορές πολιτική συζήτηση στα ΕΑΑΚ πόλεων γύρω από μια «ξύλινη» αντιπαράθεση επιχειρηματικό πανεπιστήμιο vs ιδεολογικός μηχανισμός του κράτους αφορούσε ακριβώς αυτά τα ελλείμματα πολιτικο-συνδικαλιστικής ανάλυσης.
       Οι απολύσεις εργαζομένων κυρίως σε ΕΜΠ και ΕΚΠΑ (δευτερευόντως και στο ΑΠΘ) στο βαθμό που πραγματοποιηθούν θα δημιουργήσουν υλικούς όρους για την  επιτάχυνση της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης, η εμπέδωση της οποίας θα λειτουργήσει ως υπόδειγμα για τα υπόλοιπα ιδρύματα πανελλαδικά λόγω και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών αυτών των ιδρυμάτων(είναι τα πιο μεγάλα, έχουν σχετικά ενεργούς φοιτητικούς συλλόγους και αποτελούν την κοιτίδα των ΕΑΑΚ-δυνητικού νεύρου του φοιτητικού κινήματος). Πιο συγκεκριμένα την επαύριο των «ανοιχτών σχολών» και με δεδομένες τις απολύσεις:
1)      Οι αντικειμενικές αδυναμίες λειτουργίας θα βρουν ένα νέο «σημείο ισορροπίας» μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο έντασης της υποχρηματοδότησης. Σε αυτή την κατεύθυνση θα επιδιωχθούν αρχικά διοικητικές συγχωνεύσεις σχολών, κάτι τέτοιο ανοίγει το δρόμο για «ολοκληρωμένες» συγχωνεύσεις όπου θα υπάρχει η κατεύθυνση για ένα κοινό 3ετή κύκλο σπουδών(bachelor) και μια σειρά διετών ειδικεύσεων(master). Ο πρώτος κύκλος θα έχει χαρακτηριστικά μαζικότητας αντίστοιχα με τα σημερινά των ΑΕΙ, ο δεύτερος κύκλος θα είναι ενδεχόμενα πιο άμαζος με εξεταστικά φίλτρα ή άλλου είδους απαγορεύσεις(δίδακτρα κλπ).
2)      Ένα μέρος των λειτουργιών που επιτελούσαν οι απολυμένοι(πχ φύλαξη) θα ανατεθεί σε εργολαβίες. Η αναγκαστική εύρεση πόρων λόγω της οικονομικής δυσπραγίας των ιδρυμάτων θα δημιουργήσει τους πλέον ευνοϊκούς όρους για επιβολή διδάκτρων, αρχικά στα μεταπτυχιακά και μετέπειτα στις σχολές με σπασμένα πτυχία(3+2 ή 3+1) και στο δεύτερο κύκλο του προπτυχιακού που θεωρείται σύμφωνα με το νόμο Διαμαντοπούλου ως μεταπτυχιακός.
3)      Η ρητορεία-πίεση που συγκροτείται από το 2011 από πρυτάνεις-καθηγητές ταλιμπάν της αναδιάρθρωσης-στελέχη του υπουργείου (ότι οι διαγραφές φοιτητών πρέπει να εκκινήσουν άμεσα για να βελτιωθούν οι θέσεις των ιδρυμάτων στις διεθνείς αξιολογήσεις  που επηρεάζονται  από τους μεγάλους λόγους φοιτητών/εργαζόμενων και φοιτητών/καθηγητών) θα οξυνθεί αξιοποιώντας την πλήρη ανατροπή αυτών των λόγων πχ στο ΕΜΠ που απολύονται οι μισοί εργαζόμενοι και της πίεσης για καλές διεθνής αξιολογήσεις για προσέλκυση θεσμικών κονδυλίων, χορηγιών κλπ. Η διαδικασία αυτή θα λάβει χαρακτηριστικά σταδιακής νομιμοποίησης(πρώτα τους φοιτητές πολύ μεγάλων ετών) και προετοιμασίας της εισαγωγής των διαγραφών στα ν+2 χρόνια στους εσωτερικούς κανονισμούς.
4)      Η εισαγωγή με βίαιο τρόπο ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων στην λειτουργία των εργαστηρίων που θα εξακολουθήσουν κατά κύριο λόγο να χρηματοδοτούνται από κρατικά και ευρωπαϊκά κονδύλια, αφού θα εξαναγκαστούν να στραφούν για την συμπλήρωση των απαραίτητων πόρων (συντήρηση, αναλώσιμα, μισθοδοσία κλπ)είτε στην πληρωμή αντιτίμου από τους φοιτητές για την χρησιμοποίηση των υποδομών τους είτε στην πιο στενή πρόσδεση με την αγορά για παραγωγή καινοτομιών που θα βοηθήσουν συνολικά την καπιταλιστική κερδοφορία σε μετέπειτα στάδιο εφαρμογής τους στην παραγωγή. Αυτή η κατεύθυνση θα συνοδευτεί και από μια διαδικασία μετατροπής ορισμένων εργαστηρίων σε πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και στην αυτονόμηση τους από οικονομικές υποχρεώσεις προς τα ιδρύματα(spin off).
       Γίνεται λοιπόν σαφές ότι οι απολύσεις των εργαζομένων θα επιταχύνουν την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση και θα δημιουργήσουν τους όρους οι εσωτερικοί κανονισμοί να έχουν ένα ρόλο επικύρωσης-επιτάχυνσης των ήδη ενεργών αλλαγών. Η γενική κατεύθυνση της αναδιάρθρωσης νομίζουμε ότι είναι σαφής, «παραγωγικοποίηση» του πανεπιστημίου στην κατεύθυνση όξυνσης των ήδη υπαρχόντων τάσεων της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης στο φόντο διάλυσης του μεταπολιτευτικού κοινωνικού συμβολαίου, δηλαδή α) δημιουργία του νέου «μοντέλου εργαζόμενου» μέσω της δημιουργίας ολοένα πιο ειδικευμένων αποφοίτων και η συγκρότηση μιας σούπας πτυχίων-αποφοίτων με μηδαμινές επαγγελματικές-εργασιακές κατοχυρώσεις  καθώς και η εγχάραξη των απαραίτητων ιδεολογικών χαρακτηριστικών  στους αποφοίτους για να ανταποκριθεί στον κοινωνικό του ρόλου σε μια τροποποιημένη συνθήκη εργασιακού μεσαίωνα-διευθυντικού δεσποτισμού-ακραίου «συναδελφικού» ανταγωνισμού, β) οριοθέτηση της δυνατότητας του  φοιτητικού κινήματος να είναι παράγοντας φθοράς του κυβερνητικού κέντρου  μέσω της πειθάρχησης εντός του εκπαιδευτικού μηχανισμού και της αναδιαμόρφωσης των κοινωνικών-πολιτικών και ιδεολογικών χαρακτηριστικών(μέσω εντατικοποίησης, διαγραφών, απομόνωση ριζοσπαστικών πρακτικών-πειθαρχικά κλπ ), γ) την εγγύηση και εποπτεία από πλευράς κράτους ότι η παραγωγή τεχνολογικών καινοτομιών που έχει υψηλές δαπάνες χωρίς εγγύηση άμεσης απόδοσης θα συνεχιστεί και θα ενταθεί στην κατεύθυνση αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας και άρα αύξησης της καπιταλιστικής κερδοφορίας.
       Παρατηρούμε τις τελευταίες εβδομάδες μια ιδιαίτερη κινητικότητα σε επιμέρους ιδρύματα-σχολές για την προώθηση πτυχών της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης(Πάντειος-δίδακτρα, σπάσιμο πτυχίου στη Γεωπονική, προώθηση εσωτερικών κανονισμών σε σχολές του ΑΠΘ, εξωτερικές αξιολογήσεις στην Πάτρα). Το συμπέρασμα που οφείλουμε να βγάλουμε είναι ότι η εκπαιδευτική αναδιάρθρωση είναι εδώ και δεν μας περιμένει σε κανένα καθορισμένο ραντεβού (αντίληψη που ευτυχώς ξεπέρασαν τα ΕΑΑΚ  μέσα από την συζήτηση των ΕΑΑΚ Αθήνας). Καθήκον των ΕΑΑΚ είναι η αναμέτρηση μαζί της και η χάραξη αντίρροπων τάσεων στο εσωτερικό των φοιτητών γιατί η μεγάλη κεντρική τομή και το κεντρικό φοιτητικό κίνημα σίγουρα δεν θα έρθει ποτέ αν δεν παλεύουμε να συγκροτούμαι διαρκώς κινηματικά μπλοκ μέσα από επιμέρους μάχες και συγκρούσεις με όψεις της εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης ανά σχολή, ώστε να συγκροτούμε όρους αναμέτρησης και με τις κεντρικές τομές τις αναδιάρθρωσης ..

Η  συζήτηση για την ανασυγκρότηση των φοιτητικών συλλόγων ως σχέδιο επί χάρτου
       Η συζήτηση που έχει ανοίξει εδώ και κάποιο καιρό για την αναγκαιότητα ανασυγκρότησης των φοιτητικών συλλόγων «πατάει» στην κοινή εκτίμηση για υποχώρηση των συλλογικών διαδικασιών και των παραδοσιακών συνδικαλιστικών πρακτικών. Το πρόβλημα είναι πραγματικό και δεν μπορεί να επιλυθεί με μαγικές λύσεις και  νεωτερισμούς. Για παράδειγμα οι σωματειακού τύπου φοιτητικοί σύλλογοι που έχουν προταθεί σε διαδικασίες ΕΑΑΚ πόλεων όταν δεν περιγράφουν κόκκινους συλλόγους με συσχετισμό υπέρ των  ΕΑΑΚ(όπου αντικειμενικά ο σύλλογος λόγω πολιτικού συσχετισμού μπορεί να κοντράρεται με όλες τις όψεις της αναδιάρθρωσης) περιγράφει μια «φυγή προς τα εμπρός» από τους πραγματικούς συσχετισμούς  και την κατάσταση του φοιτητικού σώματος μέσω θεματικών επιτροπών αγώνα(πχ σίτιση-στέγαση στο Γεωπονικό). Αυτή η αντίληψη είναι εντελώς λανθασμένη, πατάει στην θεώρηση ανταγωνιστικών συμφερόντων εντός των φοιτητών και άρα της αναγκαιότητας ύπαρξης μιας δομής διασφάλισης για τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών(αντίστοιχα και η δομή συντονισμού τους το μόνιμο συντονιστικό γενικών συνελεύσεων (και επιτροπών?)) και αφήνει τους «μικροαστικούς φοιτητικούς συλλόγους» δεν αναμετράται έτσι με το ερώτημα , πως κάνω πολιτική, πως παράγω αντίρροπες τάσεις στους φοιτητές που ολοένα θα αναδιαμορφώνονται συντηρητικά τα ιδεολογικά χαρακτηριστικά τους λόγω της εμπέδωσης της αναδιάρθρωσης, του ευρύτερου συσχετισμού και της υποχώρησης των συλλογικών πρακτικών.  Προτάσεις από άλλες δυνάμεις της φοιτητικής αριστεράς(ΑΡΕΝ) για νέου τύπου παρέμβαση ξεκομμένα από την εναντίωση στην εκπαιδευτική αναδιάρθρωση καταλήγει επί της ουσίας σε πολιτικό αναχωρητισμό (αυτοδιαχειριζόμενα κυλικεία, πολιτιστικό αντιπρόταγμα κλπ)
       Τα ΕΑΑΚ οφείλουν να προσγειωθούν στην δύσκολη πραγματικότητα αν προσδοκούν και να την μετασχηματίσουν και όχι να διαχειριστούν με διαφορετικούς χρωματισμούς την ηττοπάθεια και την παραίτηση. Οφείλουν να αντιληφθούν ότι το μοντέλο αναπαραγωγής τους και παραγωγής κάποιων πολιτικών αποτελεσμάτων  που κυριάρχησε μετά το 2006-2007 και ιδιαίτερα στρεβλό ήταν και φτάνει στο εκκωφαντικό του τέλος. Δηλαδή εννοούμε την  αναπαραγωγή των ΕΑΑΚ ως ένα διευρυμένο κοινωνικο-πολιτικό δίκτυο με αναφορά «στον μεγάλο νικηφόρο αγώνα» αλλά και με διαρκή υποχώρηση των ριζοσπαστικών πρακτικών των ίδιων των ΕΑΑΚ καθώς και την πλήρη υποτίμηση του πως η διογκούμενη εντατικοποίηση αναδιαμόρφωνε –συντηρητικοποιούσε τα χαρακτηριστικά των φοιτητών.
       Μάλλον τα ΕΑΑΚ πρέπει να κοιτάξουν προς πιο παραδοσιακά εργαλεία που παραμέλησαν για να βρουν και τις ευθύνες αλλά και τα καθηκοντά τους. Πρέπει να επανακτήσουν βασικές συνδικαλιστικές πρακτικές όπως η καθημερινή πρωινή παρέμβαση, η συζήτηση με τον κόσμο της σχολής για να γίνονται αντιληπτοί από πρώτο χέρι οι προβληματισμοί των φοιτητών, η διαρκής εναντίωση στην αναδιάρθρωση και την εντατικοποίηση με όρους πρακτικών και σύγκρουσης με τους καθηγητές εντός των σχολών, μπορεί να είναι αδύνατη η ριζική αντιστροφή των τάσεων υποχώρησης των συλλογικών πρακτικών ωστόσο μπορούμε και οφείλουμε να  δημιουργήσουμε αντίρροπες τάσεις διαμέσου διαρκών ριζοσπαστικών πολιτικών πρακτικών.

Ότι κερδίσαμε δεν μένει για πάντα, με την πίστη ότι μπορούμε ακόμα, συνεχίζουμε….
ΑΝΤΑΡΣΙΑ
Ανεξάρτητο Αριστερό σχήμα Ναυπηγών Μηχ. Μηχανικών που συμμετέχει στα ΕΑΑΚ

antarsia-eaak.blogspot.com